υποσελίδιος

υποσελίδιος
-α, -ο
αυτός που βρίσκεται στο κατώτατο μέρος της σελίδας, κάτω από το κύριο κείμενο της σελίδας: Υποσελίδια σημείωση.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • υποσελίδιος — α, ο, Ν υποσέλιδος. [ΕΤΥΜΟΛ. < υποσέλιδος. Η λ. μαρτυρείται από το 1841 στον Αλ. Ρ. Ραγκαβή] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”